| Εγώ |
► | Φιλεί δ’ εαυτού πλείον ουδείς ουδένα.
|
► | Το νικάν εαυτόν πασών νικών πρώτη και αρίστη. Το δε ηττάσθαι αυτόν υφ’ εαυτού, αίσχιστον και κάκιστον.
|
| |
| Χαρακτήρας |
► | Φύσιν πονηρά μεταβαλείν ου ράδιον. μτφρ: δεν είναι εύκολο να αλλάξει ένας πονηρός
|
► | Ήθος ανθρώπω δαίμων.
|
► | Μήτε ευήθης ίσθι, μήτε κακοήθης. μτφρ: να μην είσαι ούτε καλός [μέχρι αφελείας] ούτε κακοήθης
|
| |
| Ψυχή |
► | Δει γαρ την μεν τέχνην χρήσθαι τοις οργάνοις, την δε ψυχήν τω σώματι. μτφρ: πρέπει η τέχνη να χρησιμοποιεί όργανα και η ψυχή το σώμα
|
► | Ψυχήσιν Θάνατος ύδωρ γενέσθαι, ύδατι δε θάνατος γην γενέσθαι, εκ γης δε ύδωρ γίνεται, εξ ύδατος δε ψυχή.
|
► | Οία η μορφή, τοιάδε και η ψυχή. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Η μεν του σώματος ισχύς γηράσκει, η δε της ψυχής ρώμη αγήραστος εστίν.
|
► | Πειρώ τω μεν σώματι είναι φιλόπονος, τη δε ψυχή φιλόσοφος. μτφρ: να προσπαθείς να είσαι φιλόπονος όσον αφορά το σώμα και φιλόσοφος όσον αφορά την ψυχή
|
► | Πολύ κρείττων εστίν ο της ψυχής ή ο του σώματος έρως
|
► | Συμπάσχει η ψυχή τω σώματι νοσούντι και τεμνομένω και το σώμα τη ψυχή. Κλεάνθης ο Τρως |
► | Των σωμάτων θηλυνομένων και αι ψυχαί πολύ ασθενέστεραι γίγνονται. μτφρ: όταν τα σώματα γίνονται μαλθακά και οι ψυχές χάνουν τη δύναμή τους
|
► | Νομίζω τους ανθρώπους ουκ εν τη οικία τον πλούτον και την πενίαν έχειν, αλλ’ εν ταις ψυχαίς.
|
► | Κοινωνία γαρ ψυχή και σώματι διαλύσεως ουκ έστιν η κρείττον. μτφρ: η ένωση της ψυχής και του σώματος [η γέννηση] δεν είναι με κανένα τρόπο καλύτερη από το χωρισμό τους [το θάνατο]
|
► | Ο εντός της ψυχής προς αυτήν διάλογος… επωνομάσθη διάνοια.
|
| |
| Νους |
► | Νους ορά και νους ακούει.
|
► | Γράμματα μαθείν δει, και, μαθόντα, νουν έχειν.
|
► | Πάντα χρήματα ην ομού. Είτα ο νους ελθών αυτά διεκόσμησε. μτφρ: [Στην αρχή] όλα τα πράγματα ήταν ίδια. Μετά ήρθε ο νους και τα [ξεχώρισε και τα] ταξινόμησε.
|
► | Τάχιστον νους, δια παντός γαρ τρέχει μτφρ: Ο νους είναι το ταχύτερο από όλα, διότι τρέχει διαπερνώντας τα πάντα.
|
► | Καθαρόν αν τον νουν έχης, άπαν το σώμα καθαρός ει.
|
► | Νους έστι πάντων ηγεμών των χρησίμων.
|
► | Nους ορή και νους ακούει, τάλλα δε τυφλά και κωφά.
(αναπαραγωγή και επέκταση παλαιότερου στίχου του Επίχαρμου) |
► | Νους λεπτός όγκον εκδιώκει γαστέρος.
|
| |
| Όνομα |
► | Αρχή Σοφίας ονομάτων επίσκεψις.
|
► | Το των Ελλήνων όνομα πεποίηκε μηκέτι του γένους αλλά της διανοίας δοκείν είναι, και μάλλον Έλληνας καλείσθαι των της παιδεύσεως της ημετέρας ή των της κοινής φύσεως μετέχοντας.
|
| |
| Στάση & Νοοτροπία |
► | Προς έκαστα δει εχθρόν ή φίλον μετά καιρού γίγνεσθαι. μτφρ: σε όλα τα πράγματα πρέπει να γίνεται κανείς εχθρός ή φίλος, ανάλογα με τις περιστάσεις
|
| |
| Ψυχική Διάθεση |
► | Έκαστος εν αυτώ τα της ευθυμίας και δυσθυμίας έχει ταμιεία. μτφρ: ο καθένας έχει μέσα του τα δικά του αποθέματα ευθυμίας και δυσθυμίας
|
| |
| Αισιοδοξία & Απαισιοδοξία |
► | Ενθουσιασμός φως εν τη ψυχή ποιεί προς το μέλλον.
|
| |
| Απόψεις & Γνώμες |
► | Τα ανθρώπων δοξάσματα παίδων αθύρματα. μτφρ: οι γνώμες των ανθρώπων είναι παιδιάστικα παιχνίδια.
|
► | Αι δεύτεραι πως φροντίδες σοφώτεραι. μτφρ: οι δεύτερες σκέψεις είναι μάλλον πιο σωστές.
(από τον "Ιππόλυτο") |
► | Έργμασιν εν μεγάλοις, πάσιν αδείν χαλεπόν. μτφρ: στα μεγάλα έργα είναι δύσκολο να είναι όλοι ευχαριστημένοι
|
| |
| Καταγωγή |
► | Κακού κόρακος κακόν ωόν. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Εμοί μεν όνειδος η πατρίς, συ δε τη πατρίδι. μτφρ: για μένα είναι ντροπή η πατρίδα μου, ενώ εσύ είσαι ντροπή για την πατρίδα σου.
(Απαντώντας σε κάποιον που τον ειρωνεύτηκε για τη σκυθική του καταγωγή) |
► | Ουχ ο τόπος τον άνδρα αλλ’ ο ανήρ αυτόν έντιμον ποιεί.
|
► | Ευγένεια καλόν μεν αλλά προγόνων αγαθόν. μτφρ: η ευγενική καταγωγή είναι ωραίο πράγμα αλλά είναι αγαθό των προγόνων
|
| |
| Μνήμη |
► | Θεόν επιορκών μη δόκει λεληθέναι. μτφρ: Μη νομίζεις ότι αν παραβείς όρκο, ο θεός θα ξεχάσει
|
| |
| Χιούμορ & Πνεύμα |
► | Αστειεύθητι μόνον ίσοις σου. μτφρ: να αστειεύεσαι μόνο με ίσους σου.
|
| |
| Γέλιο & Χαμόγελο |
► | Γελά ο μωρός καν τι μη γελοίον ή.
|
► | Γέλως άκαιρος εν βροτοίς δεινόν κακόν. μτφρ: το άκαιρο γέλιο είναι μεγάλο κακό για τους θνητούς
|
► | Γέλως άκαιρος κλαυμάτων παραίτιος. μτφρ: το γέλιο σε ακατάλληλη στιγμή, γίνεται αιτία για κλάματα
|
► | Γέλως μη πολύς έστω, μηδέ επί πολλοίς, μηδέ ανειμένος. μτφρ: Να μη γελάς πολύ, ούτε με πολλά πράγματα, ούτε υπερβολικά
|
| |
| Εξωτερική Εμφάνιση |
► | Είματα ανήρ. μτφρ: Ο άνθρωπος είναι τα ρούχα του. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Οία η μορφή, τοιάδε και η ψυχή. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Διότι τηλικούτος ών, κιθαρωδεί και ου ληστεύει! μτφρ: διότι αν και είναι τέτοιος, παίζει κιθάρα και δεν ληστεύει
(εξηγώντας γιατί χειροκροτεί θερμά κάποιον θηριώδη τύπο που έπαιζε -οικτρά- λύρα) |
► | Με την όψιν καλλωπίζου, αλλ’ εν τοις επιτηδεύμασιν ίσθι καλός. μτφρ: να φροντίζεις την εμφάνισή σου, αλλά [προπαντός] να είσαι καλός στη δουλειά σου
|
► | Νους λεπτός όγκον εκδιώκει γαστέρος.
|
| |
| Ομορφιά |
► | Θαύμα ιδέσθαι.
|
► | Αν μεν καλήν, έξεις κοινήν, αν δε αισχράν, έξεις ποινήν. μτφρ: αν πάρεις όμορφη θα την μοιράζεσαι, αν πάρεις άσχημη θα τιμωρηθείς
(απάντηση στην ερώτηση "τι γυναίκα να παντρευτώ;") |
► | Αιδώς του κάλλους ακρόπολις. μτφρ: η ντροπή είναι το κάστρο της ομορφιάς
|
► | Ου γαρ ες κάλλος τύχας ο δαίμων δίδωσι. μτφρ: ο θεός που σε προστατεύει δεν δίνει καλή τύχη στην ομορφιά
|
► | Το κάλλος παντός επιστολίου συστατικώτερον. μτφρ: η ομορφιά είναι η καλύτερη συστατική επιστολή
|
► | Κάλλος περιμάχητον μεν αλλ’ ολιγοχρόνιον.
|
| |
| Σώμα |
► | Το μεν σώμα εστίν ημίν σήμα.
|
► | Αφυΐας σημείον το ενδιατρίβειν τις περί το σώμα. μτφρ: είναι σημάδι βλακείας να ασχολείται πολύ κάποιος με το σώμα του
(σ.σ.: Κομμένο το γυμναστήριο…) |
► | Των σωμάτων θηλυνομένων και αι ψυχαί πολύ ασθενέστεραι γίγνονται. μτφρ: όταν τα σώματα γίνονται μαλθακά και οι ψυχές χάνουν τη δύναμή τους
|
► | Ο θάνατος τυγχάνει ων, ως εμοί δοκεί, ουδέν άλλο ή δυοίν πραγμάτοιν διάλυσις, της ψυχής και του σώματος απ' αλλήλου. μτφρ: ο θάνατος δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο διαχωρισμός δύο πραγμάτων, του ενός απ' το άλλο, δηλαδή της ψυχής από το σώμα.
|
► | Καθαρόν αν τον νουν έχης, άπαν το σώμα καθαρός ει.
|
| |
| Υγεία |
► | Νους υγιής εν σώματι υγιεί. Από το αντίστοιχο λατινικό ρητό του Γιουβενάλη |
► | Οκόσα φάρμακα ουκ ιήται, σίδηρος ιήται· Όσσα σίδηρος ουκ ιήται, πυρ ιήται· όσσα δε πυρ ουκ ιήται ταύτα χρη νομίζειν ανίητα ιήται=θεραπεύει, σίδηρος(μτφ.)=εγχείρηση, πυρ(μτφ.)=καυτηρίαση
|
► | Υγεία και νους εσθλά τω βίω δύο. μτφρ: υγεία και μυαλό είναι δυο θαυμαστά πράγματα στη ζωή
|
► | Ου δώσω δε ουδέ φάρμακον ουδενί αιτηθείς θανάσιμον. μτφρ:αν μου ζητήσουν θανατηφόρο φάρμακο, σε κανέναν δεν θα δώσω
(όρκος του Ιπποκράτη) |
► | Ουκ ένι ιατρικήν είδέναι, όστις μη οίδεν ό τι εστίν άνθρωπος. μτφρ: είναι αδύνατο να ξέρει την ιατρική, αυτός που δεν ξέρει ακριβώς τι είναι ο άνθρωπος
|
► | Υγιεία τίμιον αλλ' ευμετάστατον. μτφρ: η υγεία είναι πολύτιμη αλλά ευμετάβλητη
|
| |
| Οπτικό πεδίο |
► | Τυφλός τω τοίχω επερειδόμενος, έως ώδε ο κόσμος έφη. μτφρ: τυφλός, όταν έπεσε σε εμπόδιο είπε, μέχρις εδώ φτάνει ο κόσμος Βυζαντινή Παροιμία |
| |
| Συνήθεια |
► | Έξις δευτέρα φύσις.
|
| |
| Τύχη & Πεπρωμένο |
► | Άνθρωποι τύχης είδωλον επλάσαντο, πρόφασιν ιδίης αβουλίης. μτφρ: οι άνθρωποι επινόησαν τη θεά της Τύχης για να δικαιολογήσουν τη δική τους έλλειψη θέλησης.
|
► | Άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε θεός κελεύει.
|
► | Άλλως έδοξεν τοις θεοίς.
|
► | Μηδενί συμφοράν ονειδίσης. Κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον αόρατον. μτφρ: μην κοροϊδέψεις καμιά συμφορά γιατί η τύχη είναι κοινή και το μέλλον άγνωστο
|
► | Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Των άγαν γαρ άπτεται Θεός, τα μικρά δ’ εις τύχην αφείς εά. μτφρ: τα μεγάλα τα φροντίζει ο Θεός και τα μικρά άφησέ τα στην τύχη.
|
► | Τα χρήματα τοις πλουσίοις η τύχη ου δεδώρηται, αλλά δεδάνικεν.
|
► | Συν θεοίς ουδέν απορήσωμεν. μτφρ: αν οι θεοί είναι μαζί μας, τίποτα δεν θα μας λείψει
|
► | Ου τοις αθύμοις η τύχη ξυλλαμβάνει. μτφρ: η τύχη δεν πιάνει αυτούς που δεν έχουν ψυχή (ή -ίσως- ενθουσιασμό, κέφι)
|
► | Αεί γαρ πίπτουσιν εύ οι Διός κύβοι. απόδοση: ο Δίας φέρνει πάντα καλό ζάρι
|
► | Ουδείς γαρ πάντα έστι πανόλβιος. μτφρ: κανένας δεν είναι σε όλα τυχερός
|
► | Έτος φέρει ούτις άρουρα. απόδοση: η χρονιά φέρνει την καλή σοδειά, όχι η γη
|
► | Δυσπαρακολούθητόν τι πράγμ’ εστίν η τύχη. μτφρ: Την τύχη δεν μπορεί κανείς να την παρακολουθήσει εύκολα
|
► | Θεώ μάχεσθαι δεινόν εστι και τύχη. μτφρ: Είναι φοβερό είναι να αντιμάχεται κανείς το θεό και την τύχη
|
► | Θέλω τύχης σταλαγμόν ή φρενών πίθον. μτφρ: Προτιμώ μια σταλαγματιά τύχης, παρά ένα πιθάρι μυαλά
|
► | Στρέφει δε πάντα τα εν βίω μικρά τύχη. μτφρ: Όλα τα αλλάζει στη ζωή λίγη τύχη
|
► | Όν η τύχη προπηλακίζει ούτος και παρά των πράων μάστιγας ευρίσκει. μτφρ: όποιον τον κατατρέχει η τύχη, ακόμα κι από τους καλούς ανθρώπους βρίσκει δυστυχίες
|
► | Ενός εκάστου αρετή τριάς: σύνεσις και κράτος και τύχη. απόδοση: στον καθένα υπάρχουν τρεις αρετές: Η σύνεση, η δύναμη και η [καλή] τύχη Ίων ο Χίος |
► | Ανθρώποισι τας μεν εκ θεών τύχας δοθείσας έστ’ αναγκαίον φέρειν. μτφρ: Οι άνθρωποι πρέπει να υπομένουν τις τύχες που τους έδωσαν οι θεοί
("Φιλοκτήτης") |
► | Ταύτα θεών εν γούνασι κείται. μτφρ: αυτά εξαρτώνται από τη θέληση των θεών
|
► | Το Θείον φθονερόν και ταραχώδες. μτφρ: οι θεοί είναι φθονεροί και προκαλούν φασαρίες
|
► | Θεός συνεργός, πάντα ποιεί ραδίως. μτφρ: όταν ο θεός βοηθάει, όλα τα κάνει εύκολα
|
► | Τας μεταβολάς της τύχης γενναίως επίστασο φέρειν.
|
► | Τον ατυχή και πρόβατον δάκνει. Βυζαντινή παροιμία |
► | Θεού θέλοντος καν επί ριπός πλέοις. μτφρ: αν θέλει ο θεός, και σε μια ψάθα επάνω μπορείς να πλεύσεις
|
► | Μηδέν της τύχης, αλλά πάντα της ευβουλίας και της προνοίας. μτφρ: τίποτα δεν εξαρτάται από την τύχη, αλλά όλα από την ορθή κρίση και την προνοητικότητα
|
► | Την ειμαρμένην ουδ’ αν είς εκφύγοι. μτφρ: κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από το πεπρωμένο του
|
► | Εστιν ειμαρμένα πάντα.
|
► | Ως ηδύ το ζην μη φθονούσης της τύχης.
|
► | Χω Ζευς άλλοκα μεν πέλει αίθριος, άλλοκα δ’ ύει. μτφρ: Ο Ζευς άλλες φορές κάνει καλό καιρό και άλλες φορές ρίχνει μεγάλη βροχή
|
| |
| Χαρά |
► | Αλλ’ η γαρ εκτός και παρ’ ελπίδας χαρά
έοικεν άλλη μήκος ουδέν ηδονή.μτφρ:Μα η ξαφνική και ανέλπιστη χαρά...
...απ’ όλες τις χαρές έχει περίσσια γλύκα.
(από την "Αντιγόνη") |
| |
| Θαυμασμός |
► | Μηδέν θαυμάζειν.
|
► | Ει μη Αλέξανδρος ήμην, Διογένης αν ήμην.
|
► | Ου Νέμεσις Τρώας και ευκνήμιδας Αχαιούς
τοιήδ' αμφί γυναικί πολύν χρόνον άλγεα πάσχειν.
Αινώς αθανάτησι θεής εις ώπα έοικενμτφρ: δεν είναι κατηγόρια, όχι, για πλάσμα σαν κι αυτή /τόσο καιρό που σφάζουνται οι Αχαιοί κι οι Τρώες./Αλήθεια, αθάνατη θεά λες κι είναι σαν τη βλέπεις
(σχόλιο των γερόντων της Τροίας, όταν είδαν την Ωραία Ελένη. Το «Ου Νέμεσις» εξελίχθηκε σε παροιμιώδη φράση, δηλωτική θαυμασμού ) |
| |
| Απογοήτευση |
► | Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν.
(από το "Πώς δει ιστορίαν συγγράφειν") |
► | Σίτου σπαρέντος κριθή έφυ μτφρ: σιτάρι σπείραμε, κριθάρι φύτρωσε Αρχαιοελληνική παροιμία |
| |
| Θλίψη & Πόνος |
► | Άχθος αρούρης. μτφρ: Βάρος της γης , άχρηστος (η φράση αρχικά αφορούσε τον Αχιλλέα).
(Ιλιάς Σ) |
► | Πόνου μεταλλαχθέντος, πόνοι γλυκείς.
|
► | Λύπης ιατρός εστίν ανθρώποις λόγος.
|
| |
| Άγχος & Στεναχώρια |
► | Καρδίαν μη εσθίειν. μτφρ: μην τρως την καρδιά σου (μη στεναχωριέσαι)
|
► | Ταράττει τους ανθρώπους ου τα πράγματα, αλλά τα περί των πραγμάτων δόγματα. μτφρ: οι άνθρωποι ταράζονται όχι από αυτά που συμβαίνουν αλλά από την άποψή τους για αυτά που συμβαίνουν
|
► | Ει βούλει άλυπον βίον ζην, τα μέλλοντα συμβαίνειν ως ήδη συμβεβηκότα λογίζου.
|
► | Ανοήμονες βιούσι ού τερπόμενοι βιούν. μτφρ: οι ανόητοι ζουν χωρίς να είναι ευχαριστημένοι που ζουν.
|
| |
| Φόβος |
► | Ποθητός είναι μάλλον ή φοβερός κατά βίον προαιρού. Ον πάντες φοβούνται, πάντας φοβείται. μτφρ: διάλεξε να είσαι αγαπητός παρά να σε φοβούνται. Αυτός που τον φοβούνται όλοι, τους φοβάται όλους
|
► | Ανήρ ο φεύγων και πάλι μαχήσεται. ερμηνεία: Αυτός που αποφεύγει τη μάχη στο τέλος θα τη δώσει.
|
► | Όστις εταίρους δέδοικε, δούλος ων λέληθεν εαυτόν. μτφρ: όποιος φοβάται τους άλλους, γίνεται δούλος χωρίς να το καταλάβει
|
► | Βλαξ άνθρωπος επί παντί λόγω επτοήσθαι φιλεί. μτφρ: ο βλάκας θέλει να πτοείται με το παραμικρό
|
► | Χέσαιτο γαρ ει μαχαίσετο μτφρ: έτσι και μαχότανε σίγουρα θα χεζότανε
από τους «Ιππής» |
► | Ησυχίαν είχεν ο Δήμος και αντέλεγε ουδείς, δεδιώς και ορών ότι πολύ το ξυνεστηκός. μτφρ: ο λαός σώπαινε, και κανείς δεν μιλούσε, γιατί ήταν φοβισμένος και έβλεπε πως οι συνωμότες ήταν πολλοί.
|
► | Βέλτιον θανείν άπαξ ή διά βίου τρέμειν. μτφρ: καλύτερα να πεθάνεις μια φορά παρά να τρέμεις από το φόβο σου μια ζωή
|
► | Έσθ’ όπου το δεινόν εύ. μτφρ: υπάρχουν περιπτώσεις που ο φόβος είναι καλό πράγμα
|
| |
| Ντροπή |
► | Αιδώς, Αργείοι.
(Ιλιάδα Ε) |
► | Αιδώς γαρ εν κακοίσιν ουδέν ωφελεί. Η γαρ σιωπή τω λαλούντι σύμμαχος. μτφρ: στα δύσκολα η ντροπή δεν ωφελεί σε τίποτα. Η σιωπή είναι σύμμαχος αυτού που μιλάει
|
► | Άμα δε το χιτώνι εκδυομένω εκδύεται και την αιδώ γυνή.
|
► | Αιδού σαυτόν, και άλλον ουκ αισχυνθήση. μτφρ: να ντρέπεσαι τον εαυτό σου και δεν θα ντραπείς κανέναν άλλον
|
► | Κακή γαρ αιδώς ένθα ταναιδές κρατεί. μτφρ: είναι κακή η αιδημοσύνη όταν επικρατεί η αναίδεια Δίφιλος (από τον ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΝ του Στοβαίου) |
► | Πας ερυθριών χρηστός είναι μοι δοκεί. μτφρ: κάποιος που κοκκινίζει [από ντροπή] μου φαίνεται πως είναι καλός άνθρωπος
|
► | Αιδώς του κάλλους ακρόπολις. μτφρ: η ντροπή είναι το κάστρο της ομορφιάς
|
► | Ένθα δέος, ενταύθα και αιδώς.
|
| |
| Αξιολόγηση |
► | Εξ όνυχος τον λέοντα.
(ερμηνεία: Ο άξιος φαίνεται και από τις μικρές λεπτομέρειες) |
► | Τότε τας πόλεις απόλλυσθαι, όταν μη δύνωνται τους φαύλους από των σπουδαίων διακρίνειν. μτφρ: Οι πόλεις χάνονται, όταν δεν μπορούν να ξεχωρίσουν πια τους κακούς από τους καλούς.
|
► | Ο κακώς διανοηθείς περί των οικείων, ουδέποτε καλώς βουλεύεται περί των αλλοτρίων. μτφρ: αυτός που έχει κανονίσει άσχημα τα δικά του δεν μπορεί ποτέ να σκέφτεται σωστά για τα ξένα
|
► | Ο μη χείρων, βέλτιστος. Αρχαιοελληνική παροιμία |
| |
| Αξία & Ικανότητα |
► | Είς εμοί μύριοι, εάν άριστος εί.
|
► | Είς, αλλά λέων.
|
► | Άξιος της νηός ο ναύκληρος.
|
► | Με την όψιν καλλωπίζου, αλλ’ εν τοις επιτηδεύμασιν ίσθι καλός. μτφρ: να φροντίζεις την εμφάνισή σου, αλλά [προπαντός] να είσαι καλός στη δουλειά σου
|
► | Αετού γήρας κορύδου νεότης. μτφρ: του αετού τα γηρατειά ισοδυναμούν με του κορυδαλλού τα νιάτα. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Το γαρ ευ πράττειν παρά την αξίαν, αφορμήν του κακώς φρονείν τοις ανοήτοις γίγνεται. μτφρ: το να πετυχαίνεις χωρίς να το αξίζεις, ωθεί τους ανόητους να σκέφτονται άσχημα
|
| |
| Αρετή |
► | Αι μεν ηδοναί θνηταί αι δε αρεταί αθάνατοι.
|
► | Παπαί, Μαρδόνιε, κοίους επ’ άνδρας ήγαγες μαχησομένους ημέας, οί ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούνται, αλλά περί αρετής. Πέρσης στρατηγός για τους Έλληνες το 480 π.Χ. |
► | Πόλεμος γαρ σχολείον αρετής εστί
|
► | Αρετής προπάροιθε ιδρώτα θεοί αθάνατοι θήκαν. μτφρ: μπροστά από την αρετή οι αθάνατοι θεοί έβαλαν τον ιδρώτα
|
► | Αρετής απάσης σεμνός ηγείται λόγος.
|
► | Ενός εκάστου αρετή τριάς: σύνεσις και κράτος και τύχη. απόδοση: στον καθένα υπάρχουν τρεις αρετές: Η σύνεση, η δύναμη και η [καλή] τύχη Ίων ο Χίος |
► | Αρετής οικείον είναι, κακίας αλλότριον.
|
► | Πας γαρ ο τ’ επί γης και υπό γης χρυσός αρετής ουκ αντάξιος.
|
► | Αναφαίρετον όπλον αρετή.
|
► | Υφ’ ων κρατείσθαι την ψυχήν αισχρόν, τούτων εγκράτεια άσκει πάντων: κέρδους, οργής, ηδονής, λύπης.
|
► | Αλέξανδρος την Ιλιάδα αρετής εφόδιον ενόμιζε.
|
| |
| Εγκράτεια |
► | Μη δια φόβον, αλλά δια το δέον απέχεσθε αμαρτημάτων. μτφρ: όχι από φόβο, αλλά επειδή έτσι είναι το σωστό πρέπει να απέχει κανείς από τα αμαρτήματα [και τις αδικίες]
|
► | Εγκράτεια και σώματι αγαθόν προς γαρ υγείην αυτώ ξυμμάχεται και σωφροσύνην εν ψυχή τίκτει.
|
► | Υφ’ ων κρατείσθαι την ψυχήν αισχρόν, τούτων εγκράτεια άσκει πάντων: κέρδους, οργής, ηδονής, λύπης.
|
► | Ανέχου και απέχου. μτφρ: να έχεις υπομονή και εγκράτεια.
|
► | Κρατεί ηδονής ουχ’ ο απεχόμενος, άλλ’ ο χρώμενος μεν, μη προεκφερόμενος δε. μτφρ: Εγκρατής στις απολαύσεις δεν είναι ο απέχων, αλλά αυτός που τις γεύεται χωρίς να παρεκτρέπεται
|
► | Μήτ’ εν ηδοναίς εκλύτους είναι μήτ’ εν ταις οργαίς εκπαθείς και θηριώδεις. μτφρ: ούτε στις ηδονές πρέπει να είμαστε αχαλίνωτοι ούτε στους θυμούς παράφοροι και θηριωδεις
|
| |
| Ευφυΐα |
► | Υγεία και νους εσθλά τω βίω δύο. μτφρ: υγεία και μυαλό είναι δυο θαυμαστά πράγματα στη ζωή
|
► | Τοσούτω διαφέρει η φρόνησις των άλλων αρετών, όσω η όρασις των άλλων αισθήσεων.
|
► | Κράτιστον χρημάτων ευβουλία. μτφρ: το πιο καλό πράγμα είναι η ορθή κρίση
|
► | Όφις Έλλην ο ποικίλος.
(πικρό και πολυσήμαντο σχόλιο του Πέρση χιλίαρχου Ρωξάνη, για τον Θεμιστοκλή) |
| |
| Σοφία |
► | Αρχή Σοφίας ονομάτων επίσκεψις.
|
► | Σοφόν το σαφές.
(από τον "Ορέστη") |
► | Σοφία μόνον κτημάτων αθάνατον.
|
► | Ανδρί σοφώ πάσα γη βατή, ψυχής γαρ αγαθής πατρίς ο ξύμπας κόσμος.
|
► | Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον.
|
| |
| Κατανόηση |
► | Ίνα τω παραδείγματι φωτεινότερον ποιήσω τον λόγον…
|
► | Ανέγνων, έγνων, κατέγνων.
(όταν διάβασε βιβλίο με χριστιανικό περιεχόμενο) |
| |
| Τόλμη & Θάρρος |
► | Θαρσείν χρη, τάχ’ αύριον έσσετ’ άμεινον.
|
► | Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον. μτφρ: ευτυχισμένοι είναι οι ελεύθεροι και ελεύθεροι είναι οι γενναίοι
(από τον "Επιτάφιο" του Περικλή) |
► | Ανδρεία, σωφροσύνης αιρετοτέρα. μτφρ: η ανδρεία είναι προτιμότερη από τη σωφροσύνη
|
► | Ανδρείος ο περί τον καλόν θάνατον αδεής. μτφρ: ανδρείος είναι αυτός που δεν φοβάται τον τιμημένο θάνατο
|
► | Θαρσαλέος ανήρ εν πάσιν αμείνον. μτφρ: ο θαρραλέος άνθρωπος υπερτερεί σε όλα
|
| |
| Θέληση & Δύναμη |
► | Η ισχύς εν τη ενώσει.
|
► | Ανίκητος εί, ω παι. H Πυθία προς Μ. Αλέξανδρο |
► | Βουλή και μύθοισι και ηπεροπηΐδι τέχνη. μτφρ: με θέληση, με παραμύθια και με την τέχνη της εξαπάτησης
(ερωτηθείς πώς κατάφερε να κατακτήσει τον κόσμο σε τόσο σύντομο διάστημα) |
► | Αβουλία γαρ πολλά βλάπτονται οι βροτοί. μτφρ: με την έλλειψη θέλησης πολλά ζημιώνονται οι θνητοί
|
► | Ρώμη δε μετά φρονήσεως ωφέλησεν, άνευ δε ταύτης πλείον τους έχοντας έβλαψεν. μτφρ: η σωματική δύναμη μαζί με φρόνηση ωφέλησε, αλλά χωρίς αυτή, τους περισσότερους τους έβλαψε
|
| |
| Ηρωισμός |
► | Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων, μηδέ γένος πατέρων αισχυνέμεν.
(Ιλιάδα Ζ, Ο Ιππόλαχος από τη Λυκία στο γιο του Γλαύκο) |
► | Παπαί, Μαρδόνιε, κοίους επ’ άνδρας ήγαγες μαχησομένους ημέας, οί ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούνται, αλλά περί αρετής. Πέρσης στρατηγός για τους Έλληνες το 480 π.Χ. |
► | Υπό σκιήι μτφρ: [καλύτερα, θα πολεμήσουμε] υπό σκιάν Διηνέκης (Σπαρτιάτης πολεμιστής, ένας από τους 300) (απάντηση στην απειλή ότι τα βέλη των Περσών θα κρύβουν τον ήλιο) |
| |
| Αυτογνωσία |
► | Δύσκολον τον εαυτόν γνώναι, εύκολον τω άλλω υποτίθεσθαι. μτφρ: το να γνωρίζεις τον εαυτό σου είναι δύσκολο, αλλά εύκολο να συμβουλεύεις τους άλλους
|
► | Ένδον σκάπτε, ένδον η πηγή του αγαθού και αεί αναβλύειν δυναμένη, εάν αεί σκάπτεις.
|
► | Εδιζησάμην εμεωυτόν. μτφρ: αναζήτησα τον εαυτό μου
|
| |
| Τιμιότητα |
► | Δει τον αγαθόν άνδρα παυόμενον της αρχής μη πλουσιώτερον, αλλά μάλλον ενδοξότερον γεγονέναι.
|
► | Μη πλούτει κακώς.
|
► | Ο μηδέν αδικών ουδενός δείται νόμου. μτφρ: Όποιος δεν αδικεί, δεν χρειάζεται κανένα νόμο.
|
► | Αριστείδης ο δίκαιος ερωτηθείς τι εστι το δίκαιον, «το μη αλλοτρίων επιθυμείν», έφη.
|
| |
| Καλοσύνη |
► | Πας ερυθριών χρηστός είναι μοι δοκεί. μτφρ: κάποιος που κοκκινίζει [από ντροπή] μου φαίνεται πως είναι καλός άνθρωπος
|
► | Ως χαρίεν εστ’ άνθρωπος αν άνθρωπος ή.
|
► | Μεγαλοψυχίη το φέρειν πραέως πλημμέλειαν. μτφρ: είναι μεγαλοψυχία να αντιμετωπίζεις με πραότητα το σφάλμα [του άλλου]
|
► | Ανήρ δίκαιος πλούτον ουκ έχει ποτέ.
|
► | Ουδαμού δε αδικείν. Ουδ’ αδικούμενον ανταδικείν.
|
► | Ου συνέχθειν αλλά συμφιλείν έφυν. μτφρ: δεν γεννήθηκα για να μισώ αλλά για να αγαπώ
από την "Αντιγόνη" |
► | Ο δ’ εύκολος μεν ενθάδ’ εύκολος δ’ εκεί. μτφρ: ενώ ο άλλος είναι βολικός εδώ και είναι βολικός εκεί
(αναφέρεται στον Σοφοκλή, σε αντιδιαστολή με τον Ευριπίδη) |
► | Οι αγαθοί ευαπάτητοι. μτφρ: οι καλοί άνθρωποι εξαπατούνται εύκολα
|
► | Αγαθόν ή είναι χρεών ή μιμείσθαι. μτφρ: πρέπει να είσαι καλός ή να προσποιείσαι ότι είσαι
|
| |
| Υπευθυνότητα |
► | Ο τρώσας και ιάσεται. μτφρ: αυτός που προξένησε την πληγή θα τη γιατρέψει (Ο Αχιλλέας εν προκειμένω).
(από την Ιλιάδα) |
► | Ου φροντίς Ιπποκλείδη
(Συνηθισμένη κατά την αρχαιότητα φράση που στα νέα ελληνικά σημαίνει "σκασίλα μου") |
► | Αιτία ελομένου θεός αναίτιος. απόδοση: ο θεός δεν έχει ευθύνη για τις πράξεις αυτών που έχουν ελευθερία επιλογής
|
| |
| Μετριοφροσύνη |
► | Καγώ, φησίν, Διογένης ο κύων.
(συστηνόμενος στον Μ. Αλέξανδρο) |
► | Λάθε βιώσας.
|
► | Μέμνησο ότι άνθρωπος εί. Υπενθύμιση προς τον εαυτό του που επέβαλε ο Φίλιππος Β’ |
► | Εγώ, φάναι, παλαιότατος ειμι, συ δε πρεσβύτατος. μτφρ: εγώ μεν είμαι ο παλιότερος, αλλά εσύ είσαι ο ανώτερος
(απευθυνόμενος στο Νικία, αρνούμενος να αποδεχθεί την αρχιστρατηγία στη Σικελική εκστρατεία, κατά τον Πλούταρχο) |
► | Υπέρ σεαυτού μη φράσης εγκώμιον.
|
| |
| Ευγνωμοσύνη |
► | Μάλλον φιλούσιν οι ποιήσαντες ευ τους παθόντας ή οι παθόντες ευ τους ποιήσαντας. μτφρ: περισσότερο αγαπούν οι ευεργέτες τους ευεργετούμενους παρά οι ευεργετούμενοι τους ευεργέτες
|
► | Ευποιίας ης έτυχες, μνημόνευε μτφρ: να μνημονεύεις τις ευεργεσίες που έχεις λάβει
|
► | Δόσις ολίγη τε φίλη τε. μτφρ: Προσφορά μικρή αλλά εγκάρδια (ή καλοδεχούμενη).
|
► | Ευ λέγειν τον ευ λέγοντα και ευ ποιείν τον ευ ποιούντα. μτφρ: Πρέπει κανείς να επαινεί αυτούς που τον επαινούν και να ευεργετεί αυτούς που τον ευεργετούν.
|
► | Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος.
|
► | Λαβών απόδος άνθρωπε και λήψη πάλιν. μτφρ: να ανταποδίνεις αυτό που παίρνεις, και θα ξαναπάρεις
|
► | Μετά την δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις. μτφρ: μετά τη δωρεά, η χάρη ξεχνιέται πολύ γρήγορα
|
| |
| Προνοητικότητα |
► | Ουκ αεί θέρος έσσεται, ποιείσθε καλιάς. μτφρ: δεν θα είναι πάντα καλοκαίρι, θερίστε όσο είναι καιρός.
|
► | Ούτε ναυν εκ μιάς αγκύρας, ούτε βίον εκ μιας ελπίδος ορμιστέον.
|
► | Το δις εξαμαρτείν τ’ αυτόν ουκ ανδρός σοφού.
|
► | Ά μη προσήκει μητ’ άκουε μηθ’ όρα. μτφρ: αυτά που δεν πρέπει, μήτε να τ’ ακούς μήτε να τα βλέπεις.
|
► | Ου μετανοείν, αλλά προνοείν χρη τον άνδρα τον σοφόν.
|
► | Αποκρίνου εν καιρώ.
|
► | Των ανθρώπων τους φρονίμους δει πρότερον τα τήλε των πραγμάτων σκοπείν, ειθ’ ούτως αυτοίς επιχειρείν. μτφρ: οι συνετοί πρέπει προηγουμένως να βλέπουν μακριά τα πράγματα πριν τα επιχειρήσουν.
|
► | Ο μέλλεις πράττειν μη πρόλεγε, αποτυχών γαρ γελασθήση. μτφρ: μην προλέγεις αυτό που πρόκειται να κάνεις, γιατί αν αποτύχεις θα σε κοροϊδέψουν
|
► | Εν πόλει μήτε ως λέων ανατρέφου μήτε ως κώνωψ. Το μεν γαρ εκπατείται, το δε καιροφυλακτείται.
|
► | Άμα πρόσσω καί οπίσσω λεύσσει μτφρ: κοιτάει από μπροστά και από πίσω [για να δει ποιο είναι το καλύτερο]
|
► | Πάσαν γλώσσα βασάνιζε. απόδοση: να σκέφτεσαι καλά αυτό που θα ξεστομίσεις
|
► | Μηδέν της τύχης, αλλά πάντα της ευβουλίας και της προνοίας. μτφρ: τίποτα δεν εξαρτάται από την τύχη, αλλά όλα από την ορθή κρίση και την προνοητικότητα
|
► | Έλπιζε ως θνητός, φείδου ως αθάνατος.
|
| |
| Απλότητα |
► | Ουκ εν τω πολλώ τω ευ, αλλ’ εν τω ευ το πολύ.
|
► | Φιλοκαλούμεν γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας.
(από τον "Επιτάφιο") |
| |
| Υπομονή |
► | Πέτρην κοιλαίνει ρανίς ύδατος ενδελεχείη. μτφρ: μια επίμονη σταγόνα νερού ανοίγει τρύπα σε πέτρα.
|
► | Χρόνου γαρ εις τα πράγματα εάν λάβης, άπαντα λήξει και κατασταλήσεται. Απολλόδωρος |
| |
| Πειθαρχία |
► | Γλώσσης, γαστρός, αιδοίων κρατείν. μτφρ: να είσαι συγκρατημένος στη γλώσσα, στην κοιλιά και στα γεννητικά όργανα
|
| |
| Αδράνεια & Τεμπελιά |
► | Αργία μήτηρ πάσης κακίας.
|
► | Έργον δ’ ουδέν όνειδος, αεργίη δε τ’ όνειδος. μτφρ: η δουλειά δεν είναι ντροπή και ντροπή είναι η τεμπελιά
|
► | Αδύνατον τον μηδέν πράττοντα πράττειν εύ.
|
► | Από μεν ησυχίης και ραθυμίης ή δειλίη αύξεται, από δε τής ταλαιπωρίης και των πόνων αι ανδρείαι. μτφρ: από την ηρεμία και την τεμπελιά αυξάνεται η δειλία, από τις κακουχίες και τον πόνο, η ανδρεία
|
► | Ουδείς ών ράθυμος ευκλεής ανήρ, άλλ’ οι πόνοι τίκτουσι την ευδοξίαν. μτφρ: κανείς δεν είναι φημισμένος αν είναι τεμπέλης, αλλά οι κόποι γεννούν τη δόξα.
|
► | Θεός τοις αργούσιν ου παρίσταται. μτφρ: ο θεός δεν βοηθάει αυτούς που τεμπελιάζουν
|
► | Απορίαν γαρ δει βοηθείν, ουκ αργίαν εφοδιάζειν. μτφρ: Πρέπει να βοηθούμε τους φτωχούς, όχι να ενισχύουμε τους αέργους.
|
► | Αμαθία μεν θράσος, λογισμός δε όκνον φέρει.
|
► | Αργός μη ίσθι μηδ’ αν πλουτής μτφρ: Μην τεμπελιάζεις, ακόμα κι αν είσαι πλούσιος
|
► | Καθεύδων ουδείς ουδενός άξιος , ουδέν μάλλον του μη ζώντος. μτφρ: αν κοιμάται [συνέχεια] κανείς, δεν είναι άξιος για τίποτα, όχι πιο πολύ από αυτόν που δεν υπάρχει στη ζωή
|
► | Διογένης τον έρωτα είπε σχολαζόντων ασχολίαν. μτφρ: Ο Διογένης είπε ότι ο έρωτας είναι ασχολία των αργόσχολων
(από την ανθολογία Ιωάννη Στοβαίου) |
| |
| Πάθη & Αμαρτίες |
► | Των παθών κρίσει και ασκήσει περιγενόμεθα. μτφρ: αντιμετωπίζουμε τα πάθη μας [ή αυτά που παθαίνουμε ] χάρη στη λογική μας και με την άσκηση
|
| |
| Άγνοια |
► | Μετ’ αγνοίας των οικείων κακών αλυπότατος βίος.
|
► | Αμαρτίης αιτίη η αμαθίη του κρέσσονος. μτφρ: αιτία της κακής πράξης είναι η άγνοια του καλύτερου
|
► | Σοφία πάντων κάλλιστον, η δε αμάθεια πάντων κάκιστον.
|
| |
| Ματαιοδοξία |
► | Αλαζονεία εμπόδιον σοφίας.
|
► | Ζευς κολαστής των άγαν υπερφρόνων. μτφρ: ο Ζευς είναι τιμωρός αυτών που είναι υπερβολικά υπερήφανοι
|
► | Αυτεπαινέτους γαρ μισεί ο Θεός.
|
► | Ζευς γαρ μεγάλης γλώσσης κόμπους υπερεχθαίρει. μτφρ: ο Ζευς τιμωρεί τους κομπασμούς της μεγάλης γλώσσας
|
► | Αβρύνεται πας τις ευ πράσσων πλέον. μτφρ: το παίρνει επάνω του όποιος τα πάει καλύτερα από τους άλλους
("Αγαμέμνων") |
► | Θνητός γεγονώς άνθρωπε, μη φρόνει μέγα. μτφρ: αφού γεννήθηκες θνητός άνθρωπε, μην έχεις μεγάλες ιδέες
|
► | Κενής δε δόξης ουδέν αθλιώτερον. μτφρ: δεν υπάρχει τίποτα πιο άθλιο από την κενοδοξία
|
► | Την οίησιν προκοπής εγκοπήν. μτφρ: η έπαρση είναι εμπόδιο της προκοπής
|
► | Ου γαρ εά φρονέειν μέγα ο Θεός άλλον ή εαυτόν . μτφρ: ο θεός δεν επιτρέπεται σε κανέναν, εκτός από τον ίδιο, να έχει μεγαλεπήβολες ιδέες
|
| |
| Βλακεία |
► | Αφυΐας σημείον το ενδιατρίβειν τις περί το σώμα. μτφρ: είναι σημάδι βλακείας να ασχολείται πολύ κάποιος με το σώμα του
(σ.σ.: Κομμένο το γυμναστήριο…) |
► | Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι.
|
► | Βλαξ άνθρωπος επί παντί λόγω επτοήσθαι φιλεί. μτφρ: ο βλάκας θέλει να πτοείται με το παραμικρό
|
► | Γελά ο μωρός καν τι μη γελοίον ή.
|
► | Νηπίοισιν ου λόγος, αλλά ξυμφορή γίνεται διδάσκαλος. μτφρ: για τους ανόητους, δάσκαλος δεν είναι η λογική αλλά η συμφορά
|
► | Ανοήμονες βιούσι ού τερπόμενοι βιούν. μτφρ: οι ανόητοι ζουν χωρίς να είναι ευχαριστημένοι που ζουν.
|
► | Ασύνετος όστις εν φόβω μεν ασθενής, λαβών δε μικρόν της τύχης φρονεί μέγα. απόδοση: είναι άμυαλος όποιος είναι ανήμπορος όταν φοβάται και όταν δε λίγο του χαμογελάσει η τύχη, παίρνει πολύ αέρα
|
► | Θεός κολάζει τους βλάκας.
|
► | Ανόητος νεοσσός εκών, δείκνυσι την εαυτού νεοσσιάν. μτφρ: το ανόητο πουλάκι με τη θέλησή του δείχνει τη φωλιά του Βυζαντινή Παροιμία |
► | Υπερήδεται άφρονι άφρων. μτφρ: χαίρεται ο χαζός σε βάρος του χαζού Βυζαντινή Παροιμία |
| |
| Αναποτελεσματικότητα |
► | Τέμνει σου το ξίφος ύδωρ, η δε σπάθη σου χιόνα. Βυζαντινή Παροιμία |
| |
| Ανικανότητα |
► | Δαπανώμενος εφ’ α μη δει, ολίγος έση εφ’ α δει. μτφρ: ξοδεύοντας τον εαυτό σου σ’ αυτά που δεν χρειάζεται, δεν φτάνεις γι’ αυτά που πρέπει.
|
► | Αίσχιον δε έχοντας αφαιρεθήναι ή κτωμένους ατυχήσαι. μτφρ: Είναι πολύ μεγαλύτερη ντροπή να χάσει κανείς κάτι αυτά που έχει από το να αποτύχει να το αποκτήσει
|
| |
| Πλεονεξία |
► | Η πενία πολλών εστιν ενδεής, η δ’ απληστία πάντων. μτφρ: η φτώχεια είναι έλλειψη πολλών πραγμάτων και η απληστία όλων
|
| |
| Ισχυρογνωμοσύνη |
► | Ου με πείσεις, καν με πείσεις.
|
| |
| Απάθεια |
► | Ακούσας υπό τινος λοιδορείσθαι, «Απόντα με,» έφη, «και μαστιγούτω.» μτφρ: Όταν άκουσε ότι κάποιος τον κορόιδευε, «Όταν λείπω, μπορούν και να με μαστιγώσουν», είπε.
(από τον Διογένη Λαέρτιο) |
► | Παντελής απάθεια μέγα και θείον.
|
► | Χάλαζα αίγα δέρει, αυτή δε την ουράν άνω. μτφρ: το χαλάζι χτυπά την κατσίκα κι αυτή κρατάει όρθια την ουρά της Βυζαντινή Παροιμία (δηλαδή κάνει την αδιάφορη) |
| |
| Δειλία |
► | Δειλού μήτηρ ου κλαίει, αλλ' ουδέ χαίρει.
|
► | Δειλού γαρ αντρός δειλά και φρονήματα.
|
► | Δειλοί άνθρωποι ουκ έχουσιν εν μάχη αριθμόν. μτφρ: οι δειλοί δεν μετριούνται [υπολογίζονται] στη μάχη
|
► | Από μεν ησυχίης και ραθυμίης ή δειλίη αύξεται, από δε τής ταλαιπωρίης και των πόνων αι ανδρείαι. μτφρ: από την ηρεμία και την τεμπελιά αυξάνεται η δειλία, από τις κακουχίες και τον πόνο, η ανδρεία
|
► | Αρετής ελπίς ο θεός εστιν, ου δειλίας πρόφασις.
|
| |
| Κακία |
► | Ουδείς εκών κακός.
|
► | Ευλαβού τας διαβολάς καν ψευδείς ώσιν. μτφρ: να φοβάσαι τις συκοφαντίες, ακόμα κι αν είναι ψέματα.
|
► | Διαβολήν μίσει. μτφρ: να μισείς τη συκοφαντία
|
► | Κακοίς ομιλών καυτός εκβήσει κακός. μτφρ: αν συναναστρέφεσαι κακούς, και συ θα γίνεις κακός.
|
► | Μηδέ χελιδόνας εν οικία δέχεσθαι. Αρχαιοελληνική παροιμία (αναφέρεται σε αφιλόξενους ανθρώπους) |
► | Η δε κακή βουλή τω βουλεύσαντι κακίστη.
|
| |
| Φθόνος |
► | Ώσπερ υπό του ιού τον σίδηρον, ούτω τους φθονερούς υπό του ιδίου ήθους κατεσθίεσθαι. μτφρ: Όπως η σκουριά τρώει το σίδερο, έτσι και ο φθονερός κατατρώγεται από το πάθος του.
|
► | Κρέσσων γαρ οικτιρμού φθόνος. μτφρ: καλύτερα να σε φθονούν παρά να σε λυπούνται.
|
► | Ουκ εά με καθεύδειν το του Μιλτιάδου τρόπαιον.
(ενδεχομένως δεν επρόκειτο για φθόνο αλλά για αγωνία για τις μελλοντικές προθέσεις των Περσών) |
► | Ουκ αν φορητός είης, ει πράσσοις καλώς. μτφρ: είσαι ανυπόφορος, αν είσαι πετυχημένος
|
► | Και κεραμεύς κεραμεί κοτέει, και τέκτονι τέκτων· και πτωχός πτωχώ φθονέει και αοιδός αοιδώ.
|
► | Το Θείον φθονερόν και ταραχώδες. μτφρ: οι θεοί είναι φθονεροί και προκαλούν φασαρίες
|
| |
| Μικροπρέπεια |
► | Έξεστι Κλαζομενίοις ασχημονείν.
|
| |
| Υποκρισία |
► | Πολλοί δρώντες τα αίσχιστα, λόγους τους αρίστους ασκέουσι.
|
► | Αλλήλων καταφρονούντες αλλήλοις αρεσκεύονται και αλλήλων υπερέχειν θέλοντες, αλλήλοις υποκατακλίνονται.
|
► | Οίκοι μεν λέοντες, εν μάχη δ’ αλώπεκες.
|
| |
| Αδιαφορία |
► | Των οικιών ημών εμπιμπραμένων, ημείς άδομεν. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Εμού θανόντος γαία πυρί μιχθήτω. Από στίχο αρχαίου άγνωστου ποιητή |
► | Ου φροντίς Ιπποκλείδη
(Συνηθισμένη κατά την αρχαιότητα φράση που στα νέα ελληνικά σημαίνει "σκασίλα μου") |
► | Αδικεί πολλάκις ο μη ποιών τι, ου μόνον ο ποιών τι.
|
| |
| Ανοχή |
► | Μη ζήτει τα γενόμενα γίνεσθαι ως θέλεις, αλλά θέλε γίνεσθαι τα γινόμενα ως γίνεται και ευροήσεις.
|
► | Ανέχου και απέχου. μτφρ: να έχεις υπομονή και εγκράτεια.
|
► | Ο σιωπών συναινεί Αρχαιοελληνική παροιμία (μετάφραση αντίστοιχης λατινικής) |
► | Ουδέν ουδενί συμβαίνει, ό ού πέφυκε φέρειν. απόδοση: τίποτε δεν μπορεί να σου συμβεί που δεν μπορείς να το αντέξεις
|
| |
| Εγκαρτέρηση |
► | Στέργε μεν τα παρόντα, ζήτει δε τα βελτίω.
|
► | Δει φέρειν τα των θεών.
|
► | Άφοβον ο θεός, ανύποπτον ο θάνατος και το αγαθόν μεν εύκτητον, το δε δεινόν ευκαρτέρητον.
|
► | Πειρώ τύχης άνοιαν ανδρείως φέρειν. μτφρ: προσπάθησε να αντιμετωπίζεις με γενναιότητα τη δυσμένεια της τύχης
|
► | Ανάσχου πάσχων. Δρων γαρ έχαιρες. μτφρ: όταν υποφέρεις να έχεις υπομονή, γιατί όταν εσύ δρούσες χαιρόσουν [και άλλοι υπέφεραν]
|
► | Χω Ζευς άλλοκα μεν πέλει αίθριος, άλλοκα δ’ ύει. μτφρ: Ο Ζευς άλλες φορές κάνει καλό καιρό και άλλες φορές ρίχνει μεγάλη βροχή
|
► | Δει καρτερείν επί τοις παρούσι και θαρρείν περί των μελλόντων.
|
| |
| Απαξίωση |
► | Αθλίας, παρ’ αθλίου, δι’ Αθλίου προς άθλιο. μτφρ: Ο άθλιος στέλνει άθλια επιστολή με τον Αθλία προς ένα άθλιο
(ο Αθλίας ήταν απεσταλμένος του Μ. Αλέξανδρου, που παρέδωσε επιστολή του στο Διογένη) |
► | Ο μεν λόγος θαυμαστός, ο δε λέγων άπιστος
|
► | Εμοί μεν όνειδος η πατρίς, συ δε τη πατρίδι. μτφρ: για μένα είναι ντροπή η πατρίδα μου, ενώ εσύ είσαι ντροπή για την πατρίδα σου.
(Απαντώντας σε κάποιον που τον ειρωνεύτηκε για τη σκυθική του καταγωγή) |
► | Κρήτες αεί ψεύσται, κακά θηρία, γαστέρες αργαί. μτφρ: Οι Κρήτες είναι πάντα ψεύτες, είναι άγρια θηρία και λαίμαργοι. Επιμενίδης ο Κρης |
► | Ύες βορβόρω ήδονται μάλλον ή καθαρώ ύδατι. μτφρ: τα γουρούνια ευχαριστιούνται περισσότερο στον βούρκο, παρά στο καθαρό νερό
|
► | Ημίν ανήκουσιν η ευγλωττία και αι τέχναι της Ελλάδος και η των Θεών αυτής λατρεία, υμέτερος δε κλήρος εστί η αμάθεια και η αγροικία και ουδέν πλέον. Αύτη εστίν η σοφία υμών.
(λόγοι απαξίωσης του χριστιανικού κλήρου από τον Ιουλιανό) |
► | Κακόν άγγος ου κλάται. μτφρ: το κακό δοχείο δε σπάει Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Δειλοί άνθρωποι ουκ έχουσιν εν μάχη αριθμόν. μτφρ: οι δειλοί δεν μετριούνται [υπολογίζονται] στη μάχη
|
► | Τέμνει σου το ξίφος ύδωρ, η δε σπάθη σου χιόνα. Βυζαντινή Παροιμία |
| |
| Ανωτερότητα |
► | Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων, μηδέ γένος πατέρων αισχυνέμεν.
(Ιλιάδα Ζ, Ο Ιππόλαχος από τη Λυκία στο γιο του Γλαύκο) |
► | Ου γαρ δοκείν άριστος, αλλ’ είναι θέλει.
|
► | Ο ήλιους εις τους αποπάτους, αλλ’ ου μειώνεται.
|
► | Αετός μυίας ου θηρεύει. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Φιλοκαλούμεν γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας.
(από τον "Επιτάφιο") |
► | Ερωτηθείσα υπό τινος Αττικής,
«διά τι υμείς άρχετε μόναι των ανδρών αι Λάκαιναι;»
«ότι», έφη, «και τίκτομεν μόναι άνδρας».απόδοση: οι Σπαρτιάτισσες είναι οι μόνες γυναίκες στην Ελλάδα που κυβερνάνε άντρες επειδή μόνο αυτές γεννάνε άντρες
(απάντηση από την Γοργώ, κόρη του βασιλιά Κλεομένη και σύζυγο του Λεωνίδα) |
► | Βασιλικόν, καλώς ποιούντα κακώς ακούειν. απόδοση: είναι μεγαλειώδες να σε κατηγορούν ενώ κάνεις το σωστό.
(σχόλιο του όταν πληροφορήθηκε ότι ο Πλάτωνας μίλησε άσχημα γι’ αυτόν) |
► | Αγαθώ περί ουδενός εγγίγνεται φθόνος ούτε φόβος ούτε οργή ή μίσος.
|
► | Ή καλώς ζην ή καλώς τεθνηκέναι τον ευγενή δει. μτφρ: ο ευγενής πρέπει ή να ζει με αξιοπρέπεια ή να πεθαίνει με αξιοπρέπεια
|
| |
| Ενόχληση |
► | Ποίον σε έπος φύγεν έρκος οδόντων; μτφρ: κυριολεκτικά: τι λόγος ξέφυγε από την οδοντοστοιχία σου. Μεταφορικά: τι μαλακία είπες τώρα;
(Ο Δίας αντιδρώντας στην κατηγορία της Αθηνάς ότι εγκατέλειψε τον Οδυσσέα) |
► | Ξίφος τιτρώσκει σώμα, τον δε νουν λόγος. Αρχαιοελληνική παροιμία |
| |
| Αχρειότητα |
► | Φύσιν πονηρά μεταβαλείν ου ράδιον. μτφρ: δεν είναι εύκολο να αλλάξει ένας πονηρός
|
► | Το μεν καλόν ορώ και επιδοκιμάζω, πράττω δε το κακόν.
(Η Μήδεια.) |
| |
| Απειλή |
► | Μη απειλείν ουδενί. Γυναικώδες γαρ.
|
► | Αι μεν βρονταί τους παίδας, αι δε απειλαί τους άφρονας καταπλήττουσι. μτφρ: οι μεν βροντές τρομάζουν τα παιδιά και οι απειλές τους ανόητους
|
| |
| Εμπαιγμός |
► | Τω δυστυχούντι μη επιγέλα.
|
► | Ατυχίαν μη ονειδίζειν, νέμεσιν αιδούμενον. μτφρ: την ατυχία [του άλλου] μην την κοροϊδεύεις, φοβούμενος τη θεία δίκη
|
| |
| Καχυποψία |
► | Νήφε και μέμνησο απιστείν. μτφρ: να παραμένεις νηφάλιος και να θυμάσαι να δυσπιστείς
|
► | Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας.
|
► | Επαινούμενος, μη πάντα πίστευε. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Ανδρών δε φαύλων όρκον εις ύδωρ γράφε.
|
► | Όρκους εγώ γυναικός εις ύδωρ γράφω.
|
► | Παύσαι προς με καλλωπιζόμενος. μτφρ: σταμάτα να μου κουνιέσαι [για να με καλοπιάσεις]
(από τον Φαίδρο) |
► | Εχθροίς απιστών ούποτ’ αν πάθοις βλάβην. μτφρ: αν δεν εμπιστεύεσαι τους εχθρούς σου δεν πρόκειται ποτέ να ζημιωθείς
|
► | Δει τοις μεν εχθροίς και περί των πιστών απιστείν, τοις δε φίλοις και τα άπιστα πιστεύειν.
|
► | Λόγον παρ’ εχθρού μη ποθ’ ηγήση φίλον. μτφρ: τα λόγια του εχθρού σου μην τα θεωρήσεις ποτέ φιλικά
|
| |
| Κριτική |
► | Βασιλικόν, καλώς ποιούντα κακώς ακούειν. απόδοση: είναι μεγαλειώδες να σε κατηγορούν ενώ κάνεις το σωστό.
(σχόλιο του όταν πληροφορήθηκε ότι ο Πλάτωνας μίλησε άσχημα γι’ αυτόν) |
► | Εάν τοις άλλοις επιτιμώμεν, αυτοί μη δρώμεν
|
| |
| Εξαπάτηση |
► | Μη γυναικός εν τρόποις άβρυνε. μτφρ: μη με καλοπιάνεις με γυναικείες μεθόδους ("άσε τα γυναικουλίστικα")
|
► | Βουλή και μύθοισι και ηπεροπηΐδι τέχνη. μτφρ: με θέληση, με παραμύθια και με την τέχνη της εξαπάτησης
(ερωτηθείς πώς κατάφερε να κατακτήσει τον κόσμο σε τόσο σύντομο διάστημα) |
► | Την αγοράν ωρισμένον τόπον εις το αλλήλους απατάν και πλεονεκτείν. μτφρ: η αγορά είναι το μέρος που έχει οριστεί για να εξαπατά ο ένας τον άλλο και να είναι πλεονέκτης
|
► | Οι αγαθοί ευαπάτητοι. μτφρ: οι καλοί άνθρωποι εξαπατούνται εύκολα
|
| |
| Δικαιολογίες |
► | Όμφακες εισίν.
|
► | Το δε σώφρον του ανάνδρου πρόσχημα. μτφρ: Η σύνεση είναι το πρόσχημα του άνανδρου
|
► | Προφάσεως δείται μόνον η πονηρία.
|
► | Αρετής ελπίς ο θεός εστιν, ου δειλίας πρόφασις.
|
| |
| Υπερβολές |
► | Μέτρον άριστον.
|
► | Μηδέν Άγαν.
|
► | Μήτε νικών αμφάδην αγάλλεο, μήτε νικηθείς, εν οίκω καταπεσών οδύρεο. μτφρ: μήτε αν νικήσεις να χαίρεσαι πολύ ούτε αν νικηθείς να κλαις και να οδύρεσαι στο σπίτι σου
|
► | Υπέρ τα εσκαμμένα πηδάς.
|
► | Παν το πολύ τη φύσει πολέμιον. μτφρ: οτιδήποτε υπερβολικό είναι αντίθετο στη φύση
|
► | Το γαρ ηδύ, εάν πολύ, ου τι γε ηδύ. Αρχαιοελληνική παροιμία |
► | Ήλιος ούκ αν υπερβήσεται μέτρα. μτφρ: [ακόμα και] ο ήλιος δεν μπορεί να υπερβεί τα μέτρα [που του αναλογούν]
|
► | Οι πέρα στέρξαντες, οίδε και πέρα μισούσι. μτφρ: αυτοί που αγάπησαν υπερβολικά, αυτοί και μισούν υπερβολικά Ανώνυμος αρχαίος τραγικός ποιητής |
► | Φιλούσι ιατροί λέγειν τά φαύλα μείζω. μτφρ: συνηθίζουν οι γιατροί [για το συμφέρον τους] να μεγαλοποιούν τα άσχημα Αρχαιοελληνική Παροιμία |
| |
| Θυμός |
► | Αθάνατον οργήν μη φύλαττε, θνητός ων.
|
► | Θυμού κράτει.
|
► | Δύο τα εναντιώτατα ευβουλία είναι, τάχος τε και οργήν. μτφρ: δυο πράγματα είναι αντίθετα στη λήψη σωστής απόφασης, η βιασύνη και η οργή
|
► | Μένεα πνέων
|
► | Μήνιν άειδε θεά Πηληιάδεω Αχιλήος.
(Η πρώτη φράση της Ιλιάδας) |
► | Το γαρ μηδαμού κρατείν οργής απαίδευτον και ακόλαστον μτφρ: να μη συγκρατείς καθόλου την οργή σου είναι ανάγωγο και χυδαίο
|
► | Εν οργή μήτε λέγειν μήτε πράσσειν.
|
► | Πολλά εστι του θυμού φοβερά, πολλά δε και γελοία.
|
| |
| Εκδίκηση |
► | Τύμμα τύμματι τίσαι. μτφρ: την πληγή με πληγή την πληρώνεις
|
| |
| Τιμωρία |
► | Ζευς κολαστής των άγαν υπερφρόνων. μτφρ: ο Ζευς είναι τιμωρός αυτών που είναι υπερβολικά υπερήφανοι
|
► | Το κατ' αρχάς [κακόν] μή κολαζόμενον επί μείζον αύξεται
|
► | Ουκ αφέξεταί μου τω χείρε. μτφρ: δεν το γλυτώνω το ξύλο
(από τον "Φαίδρο") |
| |
| Μετάνοια |
► | Μόνη σιγή μεταμέλειαν ου φέρει. μτφρ: μόνο η σιωπή δεν δείχνει μεταμέλεια
|
► | Ου μετανοείν, αλλά προνοείν χρη τον άνδρα τον σοφόν.
|
► | Σιμωνίδης έλεγε μηδέποτε αυτώ μεταμελήσαι σιγήσαντι, φθεγξαμένω δε πολλάκις.
|
| |
| Φυγή |
► | Ανήρ ο φεύγων και πάλι μαχήσεται. ερμηνεία: Αυτός που αποφεύγει τη μάχη στο τέλος θα τη δώσει. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου